• Εθ. Αντιστάσεως 74Β, Καλαμαριά, Θεσσαλονίκη
  • 2310 40 25 24
  • 6977 140 793

Λεμφαδενεκτομή για καρκίνο

Οι λεμφαδένες στους οποίους αποχετεύεται η λέμφος από τα έσω γεννητικά όργανα (σώμα της μήτρας, τράχηλος και ωοθήκες – σάλπιγγες) είναι οι πυελικοί και οι παραορτικοί.

Οι πυελικοί λεμφαδένες (4,5) περιλαμβάνουν τους λεμφαδένες του θυροειδούς βόθρου, της έξω λαγονίου, της έσω λαγονίου και της κοινής λαγονίου. Σε αυτούς αποχετεύεται η λέμφος από το σώμα της μήτρας και τον τράχηλο κυρίως και λιγότερο συχνά από τις ωοθήκες

Οι παραορτικοί λεμφαδένες (1,2,3) περιλαμβάνουν τους λεμφαδένες πάνω από τη νεφρική φλέβα, κάτω από τη νεφρική φλέβα και τους λεμφαδένες κάτω από τη μεσεντέριο αρτηρία. Η λέμφος από τις ωοθήκες αποχετεύεται κυρίως σε αυτούς τους λεμφαδένες και λιγότερο από τη μήτρα και τα εξαρτήματά της.

Η κλινική σημασία των λεμφαδένων αυτών είναι σε περιπτώσεις κακοήθειας αποτελούν θέσεις μεταστάσεων ή μικρό – μεταστάσεων.

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΕΝΔΩΜΗΤΡΙΟΥ 4

Η σωστή χειρουργική αντιμετώπιση των κακοηθειών του τραχήλου και του σώματος της μήτρας και των ωοθηκών επιβάλλει την αφαίρεσή τους κατά περίπτωση. Ο λεμφαδενικός καθαρισμός όμως είναι αναγκαίο να γίνεται από έμπειρους Γυναικολόγους – Ογκολόγους. Στη διάρκεια του χειρουργείου απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή και εμπειρία καθώς δεν πρέπει να τραυματιστούν ζωτικής σημασίας αγγεία και νεύρα που υπάρχουν στην περιοχή.

Λαπαροσκοπική λεμφαδενεκτομή

Η λαπαροσκοπική λεμφαδενεκτομή αποτελεί τα τελευταία χρόνια διεθνώς την καλύτερη επιλογή χειρουργικής αντιμετώπισης. Παρέχει τη δυνατότητα αναγνώρισης τόσο των λεμφαδένων, όσο και των σημαντικών ανατομικών σημείων της περιοχής με σαφώς μεγαλύτερη ευκρίνεια από ότι σε ένα ανοικτό χειρουργείο.

Κατά την επέμβαση, αφαιρείται πλήρως ο λεμφαδενικός ιστός, αποφεύγοντας παράλληλα σοβαρές επιπλοκές και μόνιμες βλάβες (μουδιάσματα, μειωμένη κινητικότητα ή αισθητικότητα) μετά το χειρουργείο.

Η ογκολογική ασφάλεια της μεθόδου είναι αδιαμφισβήτητη, ενώ η ταχύτατη μετεγχειρητική πορεία και ανάρρωση εξασφαλίζει την άμεση και χωρίς καθυστέρηση έναρξη συμπληρωματικής θεραπείας (Χημειοθεραπεία ή Ακτινοθεραπεία) στις περιπτώσεις που χρειάζεται.